Η κυρία Ιωάννα φτιάχνει το πιο διάσημο πρωινό της Νέας Υόρκης

ΤΑΞΙΔΙ

Ξυπνά λίγο πριν τα μεσάνυχτα κάθε βράδυ για να πάει στην 24ωρη ελληνική φρουτερία της Νέας Υόρκης προκειμένου να βρει τα υλικά και τις πρώτες ύλες. Στις 02:00 βρίσκεται ήδη στο «spot» της, στο Park Avenue 47 St., για να ξεκινήσει την προετοιμασία, που διαρκεί 5 ολόκληρες ώρες. Στις 07:00 πλέον είναι έτοιμη να ανοίξει τις πόρτες του μικρού της βαν: Η 68χρονη κυρία Ιωάννα Δέσπα –για τους Αμερικανούς «Mama Jo»– σερβίρει βασιλικό πρωινό, όπως σάντουιτς με μπέικον, ομελέτες, παραδοσιακά ελληνικά αρτοσκευάσματα σαν τη σπανακοπιτάτα και τον μπακλαβά και δεκάδες είδη καφέ. Όλα αυτά κατευθείαν μέσα από το «τροχόσπιτό» της στο Manhattan, που λειτουργεί για πάνω από 35 χρόνια. Η ίδια μιλάει στην ATHENS VOICE για τη μικρή της αυτοκρατορία, που κατάφερε να μπει στη λίστα με τα πιο δημοφιλή σημεία για πρωινό της Νέας Υόρκης, προσελκύοντας κάθε πρωί εκατοντάδες πελάτες για να δοκιμάσουν από τα χέρια της.

«Η ιδέα προέκυψε πριν 38 χρόνια. Τότε δουλεύαμε σε βιοτεχνία με γούνες κι έπειτα σε εστιατόρια, αλλά εγώ ήθελα να ανοίξω κάτι δικό μου, σαν καντίνα αλλά κλειστή ώστε να μπορώ να το δουλεύω και τον χειμώνα και να χωράει τα πάντα μέσα. Είχα φανταστεί ένα μικρό, γουστόζικο γυάλινο σπιτάκι, μου έδωσαν τις άδειες και το έστησα σε μια περίοδο που δεν υπήρχε κάτι τέτοιο. Έχω πλέον το πιο παλιό “πλανόδιο μαγαζάκι πρωινού” στην πόλη» μας εξηγεί η κυρία Ιωάννα ένα βράδυ, λίγα λεπτά προτού ξεκινήσει τη δουλειά στους πολυσύχναστους δρόμους της πόλης που δεν κοιμάται ποτέ.

Το «βανάκι» της βρίσκεται στο Park Avenue, σε μία από τις πιο γνωστές περιοχές για business και επιχειρηματικότητα. Έτσι, στις ουρές που σχηματίζονται κάθε πρωί για πρωινό μπορείς να δεις τραπεζικούς υπαλλήλους, δικηγόρους και στελέχη εταιρείων να περιμένουν δίπλα σε ψαγμένα τυπάκια που ταξίδεψαν μια ώρα ως εκεί για να δοκιμάσουν το περιβόητο πρωινό της Mama Jo για το οποίο γράφουν τα free press και oι food bloggers. Η κυρία Ιωάννα, όμως, δεν ήταν πάντα γνωστή ως Mama Jo. Το παρατσούκλι προέκυψε εξαιτίας της ζεστασιάς που έχει σαν άνθρωπος και ενός μόνιμου χαμόγελου στα χείλη, αλλά και του τρόπου που φροντίζει τους πελάτες, σαν να είναι δικοί της άνθρωποι.

«Ήταν μια νεαρή κοπέλα που μου ζητούσε κάθε φορά καφέ με 7 ζάχαρες. Στην αρχή απόρησα αλλά σκέφτηκα ότι είναι υπερβολικό αυτό που ζητούσε και τις έβαζα δύο ζάχαρες χωρίς να της πω κάτι. Μια μέρα ήρθε και μου είπε ότι ο καφές της είναι πιο νόστιμος από ποτέ και δεν μπορούσε να καταλάβει τι έχει αλλάξει. Ένας άλλος μου ζητάει μονίμως να ρίξω φουλ αλάτι πάνω από το τηγανητό του μπέικον. Ε, λοιπόν, δεν το κάνω ποτέ γιατί δεν είναι υγιεινό και κάθε φορά που τον ρωτώ αν είναι όπως το θέλει, μου απαντά ναι με ένα τεράστιο χαμόγελο. Καμιά φορά λοιπόν παίρνω πρωτοβουλίες, σαν μαμά, και φτιάχνω τα πράγματα που μου ζητούν όπως πιστεύω ότι είναι πιο νόστιμα και πιο καλά γι’ αυτούς. Το κάνουμε οι Έλληνες αυτό καμιά φορά. Έτσι ξεκίνησαν να με λένε Mama Jo από μόνοι τους και το κράτησα. Φοβάμαι μη με πουν Grandma Jo στο τέλος! Έπειτα κυκλοφορεί τόσος κόσμος σε αυτούς τους δρόμους, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, και είναι ωραίο να έχουν οικειότητα με κάποιον. Κάθε μέρα ακούω και μια ιστορία τους, βγάζω selfies μαζί τους…»

Από ένα μικρό χωριό της βόρειας Ελλάδας, τους Πυλωρούς, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, η κυρία Ιωάννα ήρθε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον τόπο που είναι γεμάτος ιστορίες μεταναστών που με χρόνια σκληρής δουλειάς κατάφεραν να πετύχουν. Όλη η ζωή της μέχρι τότε ήταν δουλειά στα χωράφια, σχολείο και πάλι δουλειά, ώσπου αποφάσισαν οικογενειακώς να αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον στην Αμερική, χωρίς χρήματα και χωρίς να γνωρίζουν αγγλικά, αλλά με κίνητρο να εργαστούν σκληρά και να τα βγάλουν πέρα. Έκανε οικογένεια, σπούδασε τα παιδιά της και σήμερα στα 68 της έχει την ενέργεια ενός νέου ανθρώπου, εξάλλου αυτό που κάνει καθημερινά λέει πολλά. Η τεράστια αμερικανική μητρόπολη, άλλωστε, δεν είναι η πιο εύκολη για να δουλεύει μια γυναίκα μόνη της τη νύχτα και η νεοϋρκέζικη πιάτσα του street food είναι πολύ ανταγωνιστική.

«Eίναι αντρική δουλειά, δεν μπορώ να πω. Τα παιδιά μου και τα εγγονάκια μου με ρωτούν πότε θα σταματήσω, αφού θα έπρεπε να έχω πάρει σύνταξη κανονικά, αλλά τους λέω ότι θα συνεχίσω να το κάνω όσο με βαστούν τα πόδια μου και μόνο όταν θα φύγω από τη ζωή θα σταματήσει το Mama Jo. Άλλωστε, πλέον, είναι θέμα συνήθειας. Από μικρό κοριτσάκι ξυπνούσα 2 η ώρα τη νύχτα πίσω στην πατρίδα για να δουλέψουμε στα καπνά. Έπειτα είναι και το σημείο του Cart τέτοιο που δεν φοβάμαι. Είναι καλή γειτονιά, έχει παντού κάμερες και 24ωρους σεκιουριτάδες από τις επιχειρήσεις. Με τους περισσότερους απο αυτούς μάλιστα καλημεριζόμαστε κάθε φορά, ξέρουν πότε φτάνω και πότε τα μαζεύω».

To θρυλικό Μama Jo’s Breakfast Cart έχει ψηφιστεί ως το καλύτερο «πλανόδιο πρωινάδικο» στη Νέα Υόρκη και κάποιοι μάλιστα λένε ότι δημιούργησε μια νέα κουλτούρα street food, αυτή του street food breakfast. Πώς αντιμετωπίζει όμως η ίδια την επιτυχία αυτή; «Για μένα επιτυχία στη ζωή είναι που ξυπνάω κάθε μέρα και συνειδητοποιώ ότι είμαι ζωντανή! Προσπαθώ να πορεύομαι χωρίς άγχος και με μότο “Ζήσε την κάθε μέρα σαν να είναι η καλυτερή σου μέρα”. Είναι μεγάλο πράγμα να καταφέρεις να αποβάλεις το στρες από τη ζωή σου. Το μυστικό είναι να κάνεις αυτό που σ’ αρέσει και ονειρεύεσαι. Να αγαπάς τον εαυτό σου και τότε θα έχεις αγάπη και από τους άλλους».

(www.athensvoice.gr)