Στην καρδιά της Σικελίας, ένας ομογενής ενορχηστρώνει μια συμφωνία του ελληνικού πολιτισμού και της ιστορίας
Στην καρδιά της Σικελίας, όπου ο απόηχος των αρχαίων πολιτισμών αντηχεί μέσα στους αιώνες, βρίσκουμε έναν μαέστρο να ενορχηστρώνει μια συμφωνία του ελληνικού πολιτισμού και της ιστορίας, τον Δανιήλ «Daniele» Μακρή, διακεκριμένο Ελληνο-Σικελό καθηγητή και φιλόλογο με έδρα τη Μεσσήνη της Σικελίας και επιφανή πρόεδρο της Ελληνικής Κοινότητας Στενού Μεσσήνης. Οι ρίζες αυτής της κοινότητας, επίσημα αναγνωρισμένης από το 2003, εκτείνονται βαθιά στα χρονικά της ιστορίας, ανάγονται στους αρχαίους ελληνικούς οικισμούς της περιοχής. Σήμερα, υπό την επιδέξια ηγεσία του κ. Μακρή, αποτελεί απόδειξη του ανθεκτικού ελληνικού πνεύματος, αγκαλιάζοντας περίπου 150 μέλη σε ένα ζωντανό μωσαϊκό κοινής κληρονομιάς.
Η Σικελία, μια χώρα όπου οι ελληνικές, ρωμαϊκές και βυζαντινές επιρροές έχουν συνυφανθεί μέσα στους αιώνες, ξεδιπλώνει το ιστορικό της πανόραμα μέσα από το «φακό» του κ. Μακρή. Γεννημένος και μεγαλωμένος σε αυτόν τον ιστορικό τόπο, η οικογενειακή του αφήγηση προσθέτει μια προσωπική πινελιά στο περίπλοκο μωσαϊκό της πολιτιστικής εξέλιξης. Ο πατέρας του, ένας Ελληνας από την Τρίπολη, ταξίδεψε στη Σικελία το 1957 μετά την ολοκλήρωση των γυμνασιακών του σπουδών, ξεκινώντας ένα ταξίδι που διαπλέκεται με το πεπρωμένο της Σικελής μητέρας του κ. Μακρή. Μέσα στην οικογενειακή αγκαλιά, η ελληνική γλώσσα έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας του κ. Μακρή. Τα ταξίδια στην Ελλάδα με την οικογένειά του εμπλούτισαν το γλωσσικό του ταξίδι, θέτοντας τα θεμέλια για μια βαθιά σύνδεση με τις ρίζες του.
Οι ακαδημαϊκές του αναζητήσεις αντικατοπτρίζουν την αφοσίωσή του σε αυτή τη γλωσσική κληρονομιά – ειδικεύτηκε στα Νέα Ελληνικά στα Πανεπιστήμια της Αθήνας και των Ιωαννίνων και απέκτησε πιστοποιητικό ελληνικής γλώσσας από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. «Αρχικά, το έκανα για τον εαυτό μου. Διψούσα να μάθω σωστά την ελληνική γλώσσα», εξομολογείται ο κ. Μακρής, αποκαλύπτοντας το προσωπικό πάθος που ωθεί τις επιστημονικές του προσπάθειες. Εκτός από τους ρόλους του ως φιλόλογος και ως καθηγητής Αρχαίων και Νέων Ελληνικών στα σχολεία, ο κ. Μακρής έχει απλώσει τα λογοτεχνικά του δίχτυα σε μεγάλο εύρος, αφιερώνοντας τον εαυτό του στη μετάφραση πολλών έργων Ελλήνων και Κυπρίων συγγραφέων.
Αναλαμβάνοντας το τιμόνι της Ελληνικής Κοινότητας Στενού Μεσσήνης πριν από έξι χρόνια, ο κ. Μακρής ηγείται μιας ενεργής κοινότητας που ξεπερνά τα σύνορα. Η ιστορία του, που σημαδεύτηκε από τα σεισμικά γεγονότα του 1908, αποτελεί απόδειξη ανθεκτικότητας και αναγέννησης. «Μόνο 10-15 άτομα από την ελληνική κοινότητα επέζησαν. Ετσι, για πολλά χρόνια, οι Ελληνες της περιοχής δεν είχαν την ευκαιρία να ζήσουν μια κοινοτική ζωή. Αυτή άρχισε να αναπτύσσεται μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Ντανιέλε Μακρής παρουσιάζει τη Σικελία σαν μια σκηνή, όπου το ελληνικό λαούτο παίζεται εδώ και 3.000 χρόνια και η ελληνική παρουσία παραμένει άσβεστη μέσα από τις παραδόσεις και τους ανθρώπους της.
Κύριε Μακρή, πείτε μας λίγα λόγια για το ιστορικό πλαίσιο της κοινότητας από το ξεκίνημά της μέχρι σήμερα.
Η ελληνική κοινότητα του Στενού ιδρύθηκε το 2003 ως συνέχεια της πάλαι ποτέ αδελφότητας των Ελλήνων που είχε συσταθεί το 1535 με την άφιξη των οικογενειών από την Κορώνη. Προηγουμένως η παρουσία των Ελλήνων διακρινόταν σε γηγενείς Ελληνες (Ελληνοσικελούς) και Λεβαντίνους. Σημαντική ήταν η δράση της μονής του Σωτήρος από το 1122 με δικαιοδοσία στη Σικελία και στην Καλαβρία, με γνωστό αντιγραφείο χειρογράφων κωδίκων. Οι 177 διασωθέντες χειρόγραφοι κώδικες βρίσκονται στην περιφέρεια και στη βιβλιοθήκη της πόλης. Από το 1404 υπήρχε στην πόλη γνωστό φροντιστήριο Ελληνικών που λειτούργησε υπό την διεύθυνση του μεγάλου δασκάλου του έθνους Κ. Λάσκαρη από το 1466 έως το 1501. Η «Γραμματική» του Λάσκαρη ήταν το πρώτο έντυπο ελληνικό βιβλίο. Το έργο της αδελφότητας διήρκεσε έως το 1908, όταν ολόκληρη η πόλη καταστράφηκε από φοβερό σεισμό και το ελληνικό στοιχείο υπέστη πολύ σοβαρές απώλειες. Τότε οι πανέμορφες εικόνες της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα και αποτέλεσαν τον πυρήνα του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών, όπου και εκτίθενται μόνιμα. Η αδελφότητα συμμετείχε ενεργά στους αγώνες για την παλιγγενεσία του έθνους πλάι στους Κρήτες το 1866 και το 1897. Τέτοιο λαμπρό παρελθόν κατά τη διάρκεια του δύσκολου για την πόλη 20ού αιώνα παραλίγο να σβήσει, όμως και οι μικτοί γάμοι από τον πόλεμο από το 1943 έως το 1945 μεταξύ Ελληνίδων και Ιταλών στρατιωτών και το φοιτητικό κίνημα 1952 έπιασαν το νήμα της ένδοξης ιστορίας και συνέβαλαν στην ανασυγκρότηση της ομογενούς κοινότητας.
Πού αποδίδετε εσείς την άσβεστη φλόγα στην ελληνική ψυχή που επιμένει να υπάρχει παρά τις τόσες δυσκολίες;
Στην αγάπη για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, στη βαθιά επιθυμία να μη χαθεί η γλώσσας, να μη χαθούν οι παραδόσεις μας. Επίσης, να επισημάνω και ένα επιπλέον σημαντικό στοιχείο, την ειρηνική συμβίωση με το ιταλικό φιλόξενο και πολιτισμένο περιβάλλον. Εχουμε επίσης 3 ενορίες, μια ελληνοκαθολική (Αγ. Αναργύρων) και 2 Ορθόδοξες (Αγ. Ιακώβου, Παναγίας Σουμελά και Αγ. Νικολάου)
Πόσο συμβάλλει κατά τη γνώμη σας ο Απόδημος Ελληνισμός στη διατήρηση της γλώσσας και των παραδόσεων;
Ο Απόδημος Ελληνισμός είναι ο κύριος παράγοντας για τη διατήρηση της γλώσσας. Εδώ η γλώσσα διατηρήθηκε πρώτα από τις οικογένειες και αργότερα από τις εθελοντικές δράσεις της κοινότητας. Στην εκμάθηση των Ελληνικών στα παιδιά συνετέλεσαν επίσης η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού και το ελληνικό κράτος με την απόσπαση εκπαιδευτικών το 2005, το 2008, το 2018 και το 2022. Το 2018 συγκροτήθηκε και το τμήμα ελληνικής γλώσσας παρά την κοινότητα.
Μιλήστε για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που οργανώνετε στην περιοχή της Μεσσήνης
Οι πιο σημαντικές εκδηλώσεις μας είναι η κοπή της βασιλόπιτας, η Ημέρα της Ελληνικής Γλώσσας στις 9 Φεβρουαρίου, τα μαθήματα Βυζαντινής Εικονογραφίας, οι εθνικές γιορτές, οι εβδομάδες ελληνικής γλώσσας και ελληνικού πολιτισμού στην Καλαβρία και στη Σικελία, και το πρώτο βραβείο του Δ. Μπισμπίκη για τους Ελληνες που έχουν διαπρέψει.
Σχετικά με τους κρατικούς φορείς, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ιταλία υπάρχει ουσιαστική υποστήριξη και αντίστοιχη αναγνώριση στο έργο σας;
Οσον αφορά στη συνεργασία με κρατικούς φορείς επισημαίνω ότι στην Ιταλία υπάρχει νόμος του 1999, που εγγυάται τη βοήθεια στις σχολικές μειονότητες. Στη Σικελία έχουμε άριστη συνεργασία με το Δήμο της Μεσσήνης που είναι ο μεγαλύτερος μειονοτικός Δήμος της Ιταλίας και στην Καλαβρία έχουμε συνεργασία με τους δήμους Ρήγιο, Σταίτι, Ρηχούδιο και Γιαλό του Βούα. Από την Ελλάδα είναι ενεργό το υπουργείο Παιδείας με την απόσπαση εκπαιδευτικών και η ΓΓΑΕ με τη διοργάνωση θερινών πολιτιστικών προγραμμάτων στην Ελλάδα, όπου τα παιδιά μας έχουν συμμετάσχει σε αρκετά πρόγραμμα από το 2003 ως το 2022.
Από ποιες περιοχές της Ελλάδας κατάγονται τα μέλη της κοινότητάς σας;
Η καταγωγή των μελών της κοινότητας είναι διαφορετική. Οι περισσότεροι κατάγονται από την Πελοπόννησο, αλλά υπάρχουν μέλη από τη Μακεδονία, την Ηπειρο, τα νησιά, την Αθήνα, τον Πειραιά και έχουμε και 3-4 οικογένειες Ελλήνων που επέζησαν του σεισμού το 1908 με καταγωγή από την Ηπειρο, την Αλεξάνδρεια και τις Σποράδες. Μερικές οικογένειες έχουν και Ποντιακή και Μικρασιατική καταγωγή.
Ποιο είναι το μέλλον της Ελληνοφωνίας στην Ιταλία και ειδικότερα της γκρεκάνικης διαλέκτου; Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε τη διατήρησή της;
Τη γλώσσα τη μαθαίνουμε στο σπίτι με συγγενείς και φίλους αφού όλες οι οικογένειες είναι μεικτές και το περιβάλλον ιταλόφωνο. Γι’ αυτό αποκτά σημασία για απόσπαση εκπαιδευτικών και η ενδυνάμωση των δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με τον πολιτισμό, τη λογοτεχνία, τη θρησκεία, τους χορούς, τα τραγούδια και εν γένει τις παραδόσεις μας. Οι σχέσεις με τους λεγόμενους Γκραικάνους της Καλαβρίας είναι άριστες και έτσι πρέπει. Είναι ο γόνιμος διάλογος και η γόνιμη αλληλεπίδραση που εμπλουτίζουν και τις δύο πλευρές. Η κατάσταση της Ελληνοφωνίας δεν είναι εύκολη, αλλά η γνώση των Νέων Ελληνικών είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση της ντόπιας γλώσσας, που έχει και γραπτή παράδοση, με λατινικούς χαρακτήρες, από το 1699.
Ποιο μήνυμα θα θέλατε να στείλετε στην ελληνική διασπορά μέσω τους «Ε.Κ.» ;
Το μήνυμά μας είναι ότι οι ομογενείς και ο Ελληνισμός, σε δύσκολους καιρούς με απειλές πολέμου παντού, πρέπει να μην λησμονούμε την ιστορική αποστολή μας, να δίνουμε ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον στις νεότερες γενιές, μέσα από την Ειρήνη και τη Συμφιλίωση. Η ελπίδα πρέπει να είναι το σήμα κατατεθέν του απανταχού Ελληνισμού.
(www.panhellenicpost.com)