
Ιστορική Αναγνώριση: Η Ιερά Μονή Σινά Αποκτά Νομική Υπόσταση στην Ελλάδα

Σε μια ιστορική πρωτοβουλία που αποδίδει έμπρακτα σεβασμό σε έναν από τους αρχαιότερους και σημαντικότερους θρησκευτικούς θεσμούς του Χριστιανισμού, η ελληνική Πολιτεία προχωρά στη σύσταση νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνορθόδοξη Ιερά Βασιλική Αυτόνομη Μονή του Αγίου και Θεοβάδιστου Όρους Σινά στην Ελλάδα».
Κατά τη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Σοφία Ζαχαράκη τόνισε πως, με το άρθρο 3, επιλύεται οριστικά και μετά από σχεδόν 15 αιώνες το θεμελιώδες ζήτημα της νομικής προσωπικότητας της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά στην Ελλάδα.
«Η ελληνική Πολιτεία επιβεβαιώνει εμπράκτως την αποφασιστικότητά της να στηρίξει την αποστολή και το έργο της. Πρόκειται για μια ιστορική πράξη που αναγνωρίζει τη μοναδικότητα ενός εμβληματικού θρησκευτικού και πολιτιστικού θεσμού, με σεβασμό στην αυτονομία και στο εκκλησιαστικό του καθεστώς», δήλωσε χαρακτηριστικά η Υπουργός.
Η Ιερά Μονή Σινά, με την αδιάλειπτη παρουσία της από τον 6ο αιώνα, αποτελεί φάρο Ορθοδοξίας, πνευματικότητας και πολιτιστικής κληρονομιάς, ενώ η αναγνώρισή της ως ΝΠΔΔ στην Ελλάδα ενισχύει το έργο της και θωρακίζει θεσμικά τα συμφέροντά της εντός της ελληνικής επικράτειας.
Στήριξη και προς τα Πατριαρχεία & Θρησκευτικές Μειονότητες
Παράλληλα, το νομοσχέδιο εισάγει σημαντικές ρυθμίσεις που αφορούν το Πατριαρχείο Αντιοχείας. Συγκεκριμένα, το άρθρο 32 προβλέπει τη δυνατότητα εισαγωγής έως 10 υποψήφιων φοιτητών από το Πατριαρχείο Αντιοχείας (υπηκόων Συρίας ή Λιβάνου) στα ελληνικά πανεπιστήμια, κατόπιν πρότασης του Πατριαρχείου και με σύμφωνη γνώμη της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Υπουργείου Εξωτερικών.
Πρόκειται για μια κίνηση που ενισχύει ουσιαστικά τη θεολογική εκπαίδευση στις περιοχές αυτές και αποκαθιστά έναν άμεσο δίαυλο επικοινωνίας με τους Ελληνορθοδόξους της Μέσης Ανατολής, υποστηρίζοντας το Πατριαρχείο Αντιοχείας σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι και η αναγνώριση, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, θρησκευτικού νομικού προσώπου μουσουλμανικού θρησκεύματος, με την παροχή νομικής υπόστασης στους Μπεκτασήδες Αλεβίτες της Θράκης (άρθρο 49). Η ρύθμιση αυτή συνιστά βήμα προς την πλήρη κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας, αποκαθιστώντας τη θρησκευτική αυτοδιάθεση χωρίς αποκλεισμούς και υπεκφυγές.
«Αναγνωρίζουμε την ειρηνική και πνευματική τους παρουσία. Δεν χαρίζουμε τίποτα — απλώς εφαρμόζουμε το Σύνταγμα», δήλωσε η Υπουργός, τονίζοντας τη δέσμευση της Πολιτείας στην αρχή της ισονομίας και της δημοκρατίας.
Κατάργηση Αναχρονιστικών Ρυθμίσεων & Εκπαιδευτικές Πρωτοβουλίες
Με το ίδιο νομοσχέδιο καταργείται το αναχρονιστικό καθεστώς της Μεταξικής περιόδου για την αδειοδότηση χώρων λατρείας. Εισάγεται ένα σύγχρονο, πλήρες και συνεκτικό νομοθετικό πλαίσιο, που διασφαλίζει την ελεύθερη και ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος λατρείας για όλες τις θρησκευτικές κοινότητες.
Παράλληλα ενισχύεται το κοινωφελές έργο των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και προωθείται η διευκόλυνση φοίτησης αλλοδαπών μαθητών στις Πρότυπες Εκκλησιαστικές Σχολές και στις Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (Σ.Μ.Υ.Κ.), με στόχο την ενίσχυση του μορφωτικού και πνευματικού ρόλου των Πατριαρχείων και της Ελληνορθόδοξης παρουσίας παγκοσμίως.
Συμπέρασμα:
Το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων συνιστά μια σημαντική θεσμική τομή στον τομέα της θρησκευτικής διοίκησης και ελευθερίας στην Ελλάδα. Με την αναγνώριση της Ιεράς Μονής Σινά, την ενίσχυση των Πατριαρχείων, και τη νομική κατοχύρωση θρησκευτικών μειονοτήτων, η ελληνική Πολιτεία προχωρά με αποφασιστικότητα προς μια πιο δίκαιη, σύγχρονη και πλουραλιστική προσέγγιση των θρησκευτικών ζητημάτων.