Δάκης: Από το Monsieur Cannibale στον Monsieur Minimal

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
O Γιάννης Νεές ζήτήσε από τον Δάκη να μας πει ιστορίες της παλιάς ελληνικής ποπ
Η ελαφριά ποπ της δεκαετίας του ’60-’70 είχε τους πρίγκιπές της – ένας από αυτούς ήταν ο Δάκης. Τα κορίτσια ούρλιαζαν και έτρεχαν από πίσω του, εκείνος χαμογελούσε και μοίραζε αυτόγραφα, η Αθήνα είχα χορευτικά κλαμπ με ορχήστρες, το «μέρος να είσαι» ήταν η Φωκίωνος Νέγρη, υπήρχε μία υπέροχη ελαφρότητα παντού. Είναι αστείο γιατί ο Δάκης τραγουδώντας τότε το κομμάτι του Σασά Ντιστέλ, «Monsieur Cannibale», δεν ήξερε ότι 50τόσα χρόνια μετά θα βρισκόταν να τραγουδάει τραγούδι του Monsieur Minimal, του Χρήστου Τσιτρούδη, τη «Στιγμή» που μόλις κυκλοφόρησε, από το καινούργιο άλμπουμ του Minimal, «Erotica». Ένα κομμάτι electro-pop με ελληνικό στίχο και με νοσταλγικό αέρα από τα καλοκαιρινά χιτς εκείνης της εποχής. Ζητήσαμε από τον Δάκη να μας πει ιστορίες της παλιάς ελληνικής ποπ.

Από την Αλεξάνδρεια στην Κηφισιά.

«Έχω πολλές ιστορίες να σας πω. Από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου είχα έρθει στην Ελλάδα μικρός, για διακοπές, γύρω στα 10. Αργότερα, αφού είχα αρχίσει να τραγουδάω, ήρθα με έναν ξάδελφό μου πιανίστα και μέντορά μου, από την Αίγυπτο κι αυτός. Στην Αλεξάνδρεια τραγουδούσα στην αρχή τζάμπα, χωρίς αμοιβή. Έβγαινα αργά, ήταν μαγαζιά – μιούζικ χολ με ευρωπαϊκό πρόγραμμα, ερχόταν και τραγουδούσαν η Εντίθ Πιάφ και άλλοι τραγουδιστές. Είχε έρθει και η Νάντια Κωνσταντοπούλου το ’62 και με άκουσε, μαζί με τον Μωράκη. Βγάλαμε μία φωτογραφία μαζί και μου έγραψε από πίσω μία αφιέρωση: στον νεαρό αιγυπτιώτη τραγουδιστή με το μεγάλο μέλλον. Στην Αθήνα ήρθαμε με τον ξάδερφό μου και πήγαμε να δούμε κάτι φίλους του μουσικούς που έπαιζαν σε ένα κλαμπ στην Κηφισιά, το Auto Club. Ήταν ένα πολύ in μαγαζί, χορευτικό κλαμπ με ορχήστρα που έπαιζαν εκεί οι Playboys. Μου ζητήσανε να πω ένα τραγούδι, ανέβηκα, είπα ένα γαλλικό και αυτό ήτανε. Λένε, “τον θέλουμε”. Μα… διακοπές… λίγες μέρες… πρέπει να γυρίσω πίσω… Τίποτα. Αναγκάστηκα, γύρισα πίσω, έφερα τα ρούχα μου και αρχίσαμε να δουλεύουμε. Πρώτο μαγαζί που εμφανιστήκαμε ήταν το Αργώ στη Βουλιαγμένη, τώρα εκεί είναι το Εν Πλω».

Στο Galaxy bar στην κορυφή της Αθήνας.

«Ήθελα πάντα να έρθω στην Ελλάδα να κάνω καριέρα. Ο πατέρας μου ήθελε να πάω στη Γαλλία αλλά εγώ επέμενα. Καμιά φορά λέω ίσως θα έπρεπε να τον είχα ακούσει… Ο πρώτος μου δίσκος με τους Playboys ήταν το “Deep in the heart of Athens”. Τότε για μένα η Αθήνα ήταν μεγάλο πράγμα, ήταν γεμάτη κλαμπ, είχε τραγουδιστές, εγώ ήμουν μεγάλος φαν του Γιάννη του Βογιατζή, τον έβλεπα με δέος. Στο ξεκίνημά μου τραγουδούσα ξένα τραγούδια. Αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά. Μου έλεγε ο μουσικός Κώστας Ξενάκης: παιδί μου, αν θες να κάνεις καριέρα στην Ελλάδα πρέπει να τραγουδάς ελληνικά. Κι έτσι κάναμε μαζί τον πρώτο μου δίσκο, το «Γεια σου, σ’ ευχαριστώ».

Εκείνη την εποχή τραγουδούσα στο Χίλτον, πάνω στο Galaxy Bar, με ορχήστρα. Τρία χρόνια δούλεψα εκεί. Κάποια στιγμή ήρθε ένας Γάλλος παραγωγός που γύριζε μία ταινία, το “Le cœur chaud” (Ζεστή Καρδιά), με είδε και είπε στον Πλέσσα που τότε έγραφε τη μουσική της ορχήστρας, “θα ήθελα να εμφανιστεί ο νεαρός στην ταινία μου”. Ήταν το ’66. Και όντως, μου έγραψε ο Μίμης Πλέσσας το πρώτο μου τραγούδι στα ελληνικά, την “Αλήθεια”, και πήγαμε στη Ρόδο και γυρίσαμε τις σκηνές που το τραγουδάω».

Se synantisa stin plage

«Στο μεταξύ, όμως, όλα αυτά τα ξένα τραγούδια που είχα ηχογραφήσει δεν παιζόντουσαν από το ΕΙΡ – την κρατική ραδιοφωνία. Για να παίζονται οι δίσκοι σου εκεί έπρεπε να περάσεις από εξετάσεις. Πηγαίναμε σε ένα υπόγειο στούντιο στο Ζάππειο που ήταν η ραδιοφωνία, βάζανε ένα πανί μπροστά από τους τεχνικούς για να μη βλέπει η επιτροπή ποιος τραγουδάει, κι εμείς με ένα μικρόφωνο και ένα πιάνο λέγαμε από δύο τραγούδια. Δεν είχε να κάνει ούτε με φρονήματα, ούτε με πακέτα που λένε, κοιλιακούς και ορμόνες κ.λπ. Κάτι σαν το Voice τώρα, χαχαχα. Την πρώτη φορά με κόψανε χωρίς να ξέρω το γιατί. Πήγα μετά από 6 μήνες, με ξανακόψανε. Την τρίτη φορά ήμουν πολύ απελπισμένος και μου λέει μία κυρία εκεί, στη γραμματεία, “Νεαρέ, μη στεναχωριέστε. Η Μούσχουρη πέρασε με την πέμπτη φορά. Και η Βάνου με την Τρίτη”. Δίνω λοιπόν την τρίτη φορά και περνάω και μαθαίνω ότι ο λόγος που με κόβανε ήταν επειδή είχα μία ελαφρά ξενική άρθρωση στο σίγμα και στο ρο. Μετά έκανα ορθοφωνία, το διόρθωσα. Το οξύμωρο είναι ότι ήταν μέσα στην επιτροπή και ο Πλέσσας. Βέβαια ήταν και μόδα τότε, πολλοί ποπ τραγουδιστές τραγουδούσαν με ξενική προφορά. Η Έλενα που τραγούδησε το “Σε συνάντησα στην πλαζ” πάντως, δεν έκανε μίμηση, είχε πραγματικά ξενική προφορά γιατί ήταν κι αυτή από την Αίγυπτο».

Στα πλατό της Φίνος Φιλμς

«Ο Πλέσσας με είχε πρωτοακούσει με το “Monsieur Cannibale” και μετά την “Αλήθεια” μού έγραψε το “Τόσα καλοκαίρια”. Με αυτό με έβαλε ο Γιάννης Δαλιανίδης στο “Γοργόνες και Μάγκες” και μετά ακολούθησε ο Αλέκος Σακελλάριος που με έβαλε στην ταινία του “Η θεία μου η χίπισσα” με το “Αυτό το καλοκαίρι” που είχε γράψει και τους στίχους.

Όχι, δεν τις πολυβλέπω όλες εκείνες τις παλιές ταινίες  που τραγουδάω κι εγώ. Έχω μία τελειομανία και κυνηγάω συνέχεια τις ατέλειες. Το ίδιο και τα τραγούδια μου. Τα ακούω 2-3 φορές και δεν τα ξανακούω. Η νοσταλγία με χαρακτηρίζει αλλά όχι σε ό,τι έχει να κάνει με την καλλιτεχνική μου δόξα ή επιτυχία. Νοσταλγώ τα παιδικά μου χρόνια, τα μαθητικά, την Αλεξάνδρεια, τους γονείς μου… Νοσταλγία σε ανθρώπινες διαστάσεις».

«Εκείνο το πρωί στην Κηφισιά»

«Ένα από τα παράπονά μου ήταν ότι δεν τραγούδησα ποτέ Χατζηδάκι. Δεν υπήρχαν στεγανά, αλλά η εταιρεία μου είχε δώσει ένα δρόμο: του ποπ τραγουδιστή. Πούλαγε αυτό το είδος. Δεν είχαν διαθέσεις για πειραματισμούς. Δεν θέλω να περιαυτολογήσω αλλά πιστεύω ότι πήγα αδικοχαμένος. Δεν βρέθηκε ένας άνθρωπος, ένας σωστός μάνατζερ να με πάρει, να πάμε στο εξωτερικό, να με εξελίξει. Αυτό που λέμε, η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της. Αν δεν έφευγε η Μούσχουρη από την Ελλάδα, ο Ντέμης Ρούσος, η Μαρία Κάλλας, δεν θα έκαναν αυτή την καριέρα. Ο Ντέμης ήταν ξάδερφός μου, είχα πάει μαζί του στη Γαλλία, έκανα ένα δοκιμαστικό, μου δόθηκε η ευκαιρία να μείνω αλλά ήταν δύσκολο να βγάλω τα προς το ζην εκεί, άλλωστε είχα και ένα συμβόλαιο με τον Διογένη στην Ελλάδα και έτσι δεν έμεινα. Η μεγάλη καριέρα που μπορεί να λέτε ότι έχω, ίσως σας φανεί παράξενο αλλά τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να φαίνεται. Παλιά, εμάς τους “μοντέρνους” μάς είχαν σαν το κερασάκι στην τούρτα. Τότε μεσουρανούσε το λαϊκό. Η αναλογία στις αμοιβές, αυτά που έπαιρναν οι λαϊκοί με εμάς τους “ποπ” ήταν γελοία. Βγαίναμε νωρίς στο πρόγραμμα, μέχρι να μπει ο κόσμος, να φάει. Δεν υπήρχε καν ένας κυνηγός ταλέντων να μας ανακαλύψει και να μας προωθήσει.

Όταν κυκλοφόρησαν το “Τόσα καλοκαίρια” και το ”Εκείνο το πρωί στην Κηφισιά” δεν είχα συνειδητοποιήσει τι προίκα μου αφήνει στα χέρια μου ο Πλέσσας. Ένας δίσκος με 12 τραγούδια που έγιναν όλα επιτυχίες. Αλλά εκείνη την εποχή, στους χώρους που τραγουδούσα δεν τα έλεγα αυτά τα τραγούδια. Εκείνοι που έρχονταν νωρίς στα μαγαζιά, αν έρχονταν, ήθελαν να χορέψουνε, οπότε έλεγα τις ξένες χορευτικές επιτυχίες της εποχής, “Gastone”, “Tu veux ou tu veux pas” κ.λπ. Τα ωραία εκείνα τραγούδια, μόνο τα τελευταία 20 χρόνια έχω αρχίσει να τα λέω στις εμφανίσεις μου. Γι’ αυτό λέω ότι πήγα, κάπως, αδικοχαμένος. Νιώθω σαν να ήθελα να βγω και με κρατάγανε».

Μεγάλες πίστες

«Σαμποτάζ από τα μεγάλα ονόματα; Μπα… τα μεγάλα ονόματα αδιαφορούσαν για μας. Ανταγωνισμός υπήρχε μεταξύ συναδέλφων, αλλά της ίδια κλάσης. Θυμάμαι τραγουδιστή ποπ που ήθελε να πάρει το δικό μου καμαρίνι κι έκανε ολόκληρη ιστορία και μάλιστα, στο φινάλε της παράστασης, ήθελε να βγαίνει για να χαιρετήσει, όπως βλέπουμε τη σκηνή, ο πρώτος από αριστερά. Αυτό ποτέ δεν το κατάλαβα γιατί το έκανε. Νομίζω ότι υποτίθεται πως η σειρά στις αφίσες ήταν το μεγάλο όνομα να μπαίνει αριστερά».

Με τις αδερφές Μπρόγερ

«Styling; Α, ό,τι μ’ άρεσε έβαζα. Κανείς δεν φρόντιζε γι’ αυτά. Αργότερα όμως, με τις Μπρόγερ, εκεί ήταν ένα σχολείο. Έμαθα να σέβομαι το θέατρο και τον εαυτό μου, τους συναδέλφους. Πιο πριν ήμουν κι εγώ λίγο… εχμ… μαζεμένος; Όχι, καθόλου! Μη-μαζεμένος ήμουνα. Έλεγα εύκολα ναι. Με τις αδερφές Μπρόγερ έγινα πιο επαγγελματίας. Ήταν πολύ δύσκολα. Έπρεπε να μαθαίνω χορογραφίες, κάτι που ήταν άγνωστο για μένα τότε. Κάθε τραγούδι και άλλη χορογραφία, άλλα ρούχα… Το θέμα είναι ότι επειδή ήμασταν τρεις, ήμασταν ασύμφοροι για τους επιχειρηματίες. Τα χρήματα που παίρναμε ήταν διά του 3, ενώ εκείνοι προτιμούσαν με τα ίδια χρήματα να πάρουν τον Μπιθικώτση.

Με τις Μπρόγερ ήταν που βγήκα και στο θέατρο. Αλλά πριν βγω στο θέατρο έπρεπε να περάσω κι εκεί από εξετάσεις. Ακόμα κι αν είχες καριέρα, χωρίς εξετάσεις δεν μπορούσες να πάρεις την άδεια να τραγουδήσεις στο θέατρο. Στην επιτροπή, θυμάμαι, ήταν η Καρέζη και ο Καζάκος ανάμεσα σε άλλους, και μου λέγανε “Συγγνώμη που πρέπει τώρα να σας εξετάσουμε”. Έπρεπε εκτός από τραγούδι να μπορώ να πω και μια κουβέντα γιατί κάναμε ένα νούμερο με τον Σωτήρη Μουστάκα, έκανε αυτός μία τσιγγάνα κι εγώ έκανα έναν που την εκμεταλλευότανε. Για να ανεβείς λοιπόν σε σκηνή έπρεπε να έχεις άδεια από το σωματείο των ηθοποιών».

Σαπόρτ στους Rolling Stones

«Με τον Ντέμη βλεπόμασταν, είχαμε επαφές αλλά ποτέ δεν με επηρέασε εκείνο το στιλ των Aphrodite’s Child. Δεν ήμουν χίπι ποτέ. Ούτε καν ποπ θα έλεγα ότι είμαι. Να φανταστείτε ότι όταν είχαν έρθει οι Rolling Stones το ’67, στη μεγάλη τους δόξα τότε, και τραγούδησα πριν αυτούς, σαν σαπόρτ, στο στάδιο, δεν κάθισα μετά να τους ακούσω. Δεν μου αρέσανε. Τους έβλεπα πολύ προχωρημένους. Μάλιστα θυμάμαι ότι πριν βγούνε, ο Τζάγκερ κυκλοφορούσε και είχε στους ώμους του ένα παιδάκι. Εγώ ήμουνα πιο κλασικός, μου άρεσαν οι Beatles, ήταν πιο γλυκός ο ήχος τους, ήταν πιο comme il faux».

Η Αθήνα

«Όταν πρωτοήρθα έμενα Κυψέλη. Φωκίωνος Νέγρη, καλλιτεχνικό στέκι και λοιπά. Μετά, με τα πρώτα μου λεφτά έφερα τους γονείς μου από την Αίγυπτο, νοίκιασα ένα ωραίο διαμέρισμα στο Παλαιό Φάληρο και πήρα το πρώτο μου αυτοκίνητο. Τα στέκια μας τότε ήταν ο Μαύρος Γάτος, η Κουίντα, το Σελέκτ, του Φλόκα, το Γκριν Παρκ στο Πεδίο του Άρεως. Μετά, στο Φάληρο δεν είχα καν στέκια, είχαν αρχίσει οι πολλές δουλειές. Θυμάμαι, τότε που εμφανιζόμουν στον Διογένη, παρακαλούσαμε τον Παπαθεοχάρη που είχε το μαγαζί για ένα ρεπό, ΕΝΑ ρεπό! Κι όχι μόνο αυτό, είχαμε και απογευματινά και επίσης ντουμπλάραμε και στο διπλανό μαγαζί. Η τωρινή μου βόλτα είναι στο Παλαιό Φάληρο, εκεί που είναι η μαρίνα κι εκεί που είναι η γέφυρα του Καλατράβα. Πηγαίνω και περπατάω, κάθε μέρα».

Pop idol

«Την εποχή του peak της καριέρας μου είχαμε και όλες εκείνες τις εκδηλώσεις από τις θαυμάστριες. Αρκεί να σου πω ότι πριν φύγω από το σπίτι μου, έβγαινα στο μπαλκόνι για να δω μήπως είναι κανένα τσούρμο μαζεμένο κάτω. Πολύ κοντά υπήρχε ένα σχολείο και είχαν ανακαλύψει ότι μένω εκεί και έρχονταν από κάτω. Μόλις έβλεπα ότι τελείωνε το διάλειμμα έβγαινα τρέχοντας κι έμπαινα στο αμάξι κι έφευγα. Στην αρχή μου άρεσε, το επεδίωκα αλλά μετά, όταν άρχισε να συμβαίνει, ένιωσα ένα άγχος, μία καταπίεση. Δεν μ’ αρέσει να ζω σε ένα χρυσό κλουβί. Θέλω να χαίρομαι τις μικροχαρές της ζωής. Τους ευχαριστώ τους ανθρώπους, αλλά θα ήθελα να μπορώ να πάω σε μία καφετέρια και να είμαι πιο ήσυχος. Ο τύπος όχι, δεν με έχει ενοχλήσει ποτέ. Μιά φορά μόνο είχανε γράψει ότι είχα μία κόρη επειδή ήταν μία κοπελίτσα που μοιάζαμε κι εγώ για πλάκα είχα πει, ναι είναι κόρη μου».

Από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στη Eurovision (παρά μία ψήφο)

«Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ήταν τότε πολύ μεγάλο πράγμα. Έχω εμφανιστεί τέσσερις φορές, τη μία πήρα βραβείο ερμηνείας, την άλλη πήρα δεύτερο βραβείο. Μεγάλη υπόθεση. Τότε ο κόσμος δεν μας έβλεπε πολύ στις τηλεοράσεις κλπ. Θυμάμαι γέμιζε το Παλαί ντε Σπορ. Έβγαιναν επιτυχίες, ονόματα. Και ο Σάκης από εκεί ξεκίνησε.

Στην Eurovision είχα φτάσει να πάω σχεδόν τρεις-τέσσερις φορές. Η τελευταία ήταν με το “Κοχύλι από το Αιγαίο” που μου είχε γράψει ο Κώστας Χατζής, το ’81. Έγιναν τα προκριματικά και έρχονται και μου λένε, ντύσου, ξαναβγαίνεις, πας Eurovision. Είχε βγει πρώτο το “Κοχύλι”. Και μέχρι να ντυθώ… γίνονται διάφορα, πολιτικά και μη, και πήγε το “Ώτο στοπ” με την Άννα Βίσση, για μία ψήφο διαφορά. Δεν έφταιγε βέβαια η Άννα σε αυτό, ε;»

Η ζωή τώρα

«Χαχαχα, έχω πάρει μία τιμητική σύνταξη από το Υπουργείο Πολιτισμού. Την έχουνε κόψει βέβαια. Μάλιστα μου λένε ότι τους χρωστάω και 11 χιλιάδες αναδρομικά διότι είχε ψηφιστεί ένας νόμος επί Σαμαρά τον οποίον δεν τον ενεργοποίησαν τότε γιατί ήταν οι εκλογές Σαμαρά-Τσίπρα, τον ενεργοποίησαν τώρα και αποφάσισαν ότι μου δίνανε παραπάνω λεφτά και η περίφημη τιμητική σύνταξη έγινε 200 ευρώ που μου τα κρατάνε μέχρι να εξοφλήσω τις 11μισι χιλιάδες. Δεν είναι τελείως απάνθρωπο και άδικο και παράνομο;»

Αυτά τα νέα παιδιά

«Μόνικα;… Όχι… Δεν την ξέρω. Παρακολουθώ όσο μπορώ αλλά αυτό το όνομα πρώτη φορά το ακούω. Θα την ψάξω, όμως, τώρα που μου το είπατε.

Με τον Minimal ήρθαμε σε επαφή μέσω Facebook. Με αναζήτησε ο Χρήστος, συναντηθήκαμε, μου έφερε το τραγούδι σε ένα σιντάκι, το οποίο είναι πολύ ωραίο. Μου φάνηκε και παράξενο, του λέω “πώς με θυμήθηκες;”. Με τιμάει πολύ η πρότασή του. Το τραγούδι θα το περιλαμβάνω και στις εμφανίσεις μου. Με έχει βάλει και το μαθαίνω. Με έχει απειλήσει, στην παρουσίαση μη τυχόν κι έχεις χαρτί μπροστά σου, μου είπε.

Μια καριέρα με αξιοπρέπεια

«Ευχαριστώ που το λέτε, δεν το φανταζόμουν… ίσως τώρα το συνειδητοποιώ αυτό».

(http://www.athensvoice.gr)